Ήτανε και ένα και δύο και τρία διαμερίσματα - Αλίκη Αθανασιάδου


διαμερίσματα τα όμορφα ζω&e

Ήτανε και ένα και δύο και τρία διαμερίσματα οεο…….μέχρι το Θεό!!!
Σε ένα μήνα πρέπει να φύγετε, να ξεκουμπιστείτε, να μας αδειάσετε τη γωνιά, πως το λένε ρε παιδί μου, ουστ!! Έτσι ακούστηκε μέσα στα αφτιά μου η πρώτη μου σπιτονοικοκυρά. Το πουλάμε μου είπε και πρέπει να φύγετε! Μα καλά, είναι τρελή; Εν μέσω εξεταστικής, φοιτήτρια είμαι γαμώτο μου!! Και όμως αυτό έγινε! Το διαμέρισμα επωλήθη! Άντε τώρα Ιουνιάτικα να ψάχνεις σπίτι μέσ’ τη Θεσσαλονίκη που βράζει. Ναι ναι ναι  ήταν τέτοια η τύχη μου που έπεσα σε καυσωνάκι Ιουνίου. Πήρα ένα φίλο και βγήκαμε παγανιά, πάνω απ την Εγνατία, κάτω απ’την Εγνατία, εκεί στη Ροτόντα, πέρα στο Βαρδάρη, στην Αριστοτέλους, κοντά στο Λευκό Πύργο, μακριά από αυτόν…. έλεος…. κάπου να βάλω τα επιπλάκια μου θέλω, η άλλη κοντεύει να με βγάλει στο δρόμο. Τι θα απογίνω; Ε τι;;;  Όλα κι όλα, εεεεε όχι και άστεγη!!! Εγώ;  που η μανούλα μου με μεγάλωσε στα πούπουλα; εγώ που ο πατερούλης μου, μου είχε πάρει όλες τις bibibo που κυκλοφορούσαν, bibibo έ όχι Barbie μην μπερδευόμαστε δεκαετία ’80-’90 λέμε τώρα. Εγώ που κατάφερα στα 10 μου να ζυγίζω 50 κιλά γιατί ακριβώς δεν στερήθηκα τίποτα; Εεεε όχι και άστεγη!!!! Αυτό πάει πάρα πολύ, είναι πέρα από κάθε φαντασία!
Κουράστηκα μου είπε το φιλαράκι μου, πάμε για έναν καφέ και συνεχίζουμε μετά το ψάξιμο. Μόνο που δεν έκλαψε, τον λυπήθηκε η ψυχή μου βλέποντας εκείνο το σχεδόν βουρκωμένο μάτι, να παρακαλάει για ένα διάλειμμα. Άντρες βρε, πεταμένα λεφτά , πτώμα ο κύριος με μόλις έξι ώρες περπατηματάκι και ψάξιμο. Τέλος πάντων, έκανα πέτρα την καρδιά μου και εκπλήρωσα την επιθυμία του. Είχε δεν είχε μισή ωρίτσα που καθίσαμε. Μα πως δεν το είδα από την αρχή;  Εκεί στο καφενεδάκι, στην κολώνα της ΔΕΗ που δέσποζε μπροστά μας, ένα ενοικιαστήριο κολλημένο με αυτά τα υπέροχα κόκκινα μεγάλα γράμματα, που μου φαίνονταν τόσο υπέροχα και ερωτεύσιμα!!
« Ενοικιάζεται διαμέρισμα ισόγειο, δύο δωματίων, κουζίνα, λουτρό και μικρό χώλ στην οδό Καλλιπόλεως στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, πολύ κοντά στα αστικά, κατάλληλο για φοιτητή». Γυάλισε το μάτι μου, έβγαλε τρείς σπίθες, γρύλισα χωρίς να το καταλάβω, ήπια τον καφέ μονορούφι, και φώναξα «Σηκώωωωω!!!», ή τώρα ή ποτέ, πρέπει να βρούμε καρτοτηλέφωνο (που κινητά τότε;). Τον τρόμαξα τον άνθρωπο είναι γεγονός, αλλά τι να κάνω; Γι αυτό δεν είναι οι φίλοι; Είδε και αποείδε, ίσα που πρόλαβε να πληρώσει τους καφέδες και έτρεξε να με προφτάσει γιατί είχα γίνει καπνός. Στάσου….περίμενεεε….κάτι τέτοια άκουγα τέλος πάντων, αλλά εγώ ήμουν ήδη στο περίπτερο αγοράζοντας μια ωραιότατη τηλεκάρτα (που παρεμπιπτόντως έλειπε και από τη συλλογή μου, πω πω, τι ψώρα κι εκείνη με τις τηλεκάρτες;) και όδευα προς το καρτοτηλέφωνο που ήταν λίγα μέτρα πιο κάτω.
«Ναι γεια σας, για το ενοικιαστήριο ήθελα να ρωτήσω, υπάρχει ακόμη ή το νοικιάσατε;» « Όχι κοπέλα μου είναι ακόμη διαθέσιμο», αντήχησε στην άλλη πλευρά. Ήταν τόσο εύηχο, λες και άκουγα μουσική εκείνη την ώρα. Betoven, Vivaldi και βάλε! Πότε κλείσαμε το ραντεβού, πότε βρεθήκαμε έξω από το διαμέρισμα να περιμένουμε το νοικοκύρη, μα το Θεό ούτε που το κατάλαβα. Μην ξεχνάμε και την ουρά μου έτσι; Το φιλαράκι μου εννοώ που σαν πιστό σκυλί ήταν πάντα μαζί μου. Εννοείται ότι θα ήταν, τι φαντάστηκε δηλαδή ότι θα έρχεται στο διαμερισματάκι μου να πίνει μόνο καφέδες; Ή φαντάστηκε ότι θα την κάνω μόνη μου τη μετακόμιση κουβαλώντας όλα εκείνα τα έπιπλα και τα κουτιά; Χαχαχαχα ας γελάσω.
Ανεβήκαμε τα πέντε σκαλάκια της εισόδου σε μια σκοτεινή θα έλεγε κανείς πολυκατοικία. Το εσωτερικό της οικοδομής πρόδιδε τα 30 και χρόνια της, καλοδιατηρημένη όμως και καθαρή. Προχωρήσαμε λίγο και ανεβήκαμε άλλα 5-6 σκαλάκια για να φτάσουμε στο διαμέρισμα με τον αριθμό 5Α. Είχε ωραία πόρτα, δεν μπορώ να πω. Σαν μπήκαμε μέσα ήθελα να κλάψω, μύριζε μούχλα, ήθελε βάψιμο, ήταν λίγο σκοτεινό, η διαρρύθμιση χάλια, ένα θα σας πω, ότι μόλις έβγαινες από την κουζίνα έπεφτες πάνω στην τουαλέτα και απορούσα, γιατί βρε δεν τα κάνανε σε έναν ενιαίο χώρο να κερδίσουμε και το πάχος του τοίχου; Εεεε μααα!!! Είναι δυνατόν; Η τουαλέτα δίπλα στην κουζίνα σε ένα τόσο μικρό χώρο; Έχε χάρη που χρειάζομαι σπίτι σε δύο μέρες γιατί με πετάνε στο δρόμο. Με τα πολλά με τα λίγα το κλείσαμε το «παλάτι». Οι επόμενες μέρες κύλησαν πτωματικά. Επιστράτευσα κι άλλους φίλους και φίλες και σαν τα μελίσσια που δουλεύαμε συνέχεια καταφέραμε να κάνουμε τη μετακόμιση και να το κάνουμε να μοιάζει με σπίτι. Ήμουν πλέον ήσυχη ότι έχω μια στέγη και τουλάχιστον δεν απειλεί κανένας να με πετάξει έξω. Ευτυχώς που ήταν καλοκαίρι και σε λίγο τελείωνε η εξεταστική μου οπότε θα μπορούσα να απολαύσω λίγο το νέο μου σπιτάκι και να γυρίσω μετά στο πατρικό μου για το καλοκαίρι. Θα με περίμενε εκεί από Σεπτέμβρη, νέα χρόνιά, νέα γειτονιά, νέοι άνθρωποι γύρω μου. Έτσι κι έγινε. Έλα όμως που κανόνιζα χωρίς τον ξενοδόχο!!
Δύο μήνες μετά όταν το καλοκαιράκι σιγά σιγά μας κουνούσε το μαντήλι αποφασίσαμε μια μέρα να κατεβούμε οικογενειακώς στη Θεσσαλονίκη από την Επαρχία όπου μέναμε. Έπρεπε να επισκεφτούμε έναν θείο μας που εγχειρίστηκε στο νοσοκομείο και θα κάναμε μια διανυκτέρευση όποτε πήγαμε στο διαμέρισμά μου.
Μία ήταν η λέξη! Κατάθλιψη!!!!!!! Μόλις ανοίξαμε την πόρτα, μια μπόχα, μια μουχλίλας, μια υγρασία μας διαπέρασε το μεδούλι. Θα θυμάστε που είπαμε ότι ήταν λίγο σκοτεινό, τελικά όμως δεν το χαρακτήριζες μόνο σκοτεινό, μα σχεδόν αντί-ευήλιο και αντί- ευάερο. Η μαμά κόντεψε να ξεράσει, ο μπαμπάς έβγαλε καπνούς, «καλά αυτό το μπουντρούμι βρήκες να κλείσεις»? Εγώ φταίω, που προσπάθησα να βρω κάτι οικονομικό για να μην σας τρώω και λεφτά. Φρικάρανε οι γονείς μου, στο τσακ τα γλυτώσαμε τα εγκεφαλικά. Ο μπαμπάς με κοφτερό βλέμμα είπε πως από την επομένη θα έπρεπε να ψάξω για νέο διαμέρισμα, τι κι αν είχαμε πληρώσει μπροστά κάποια ενοίκια. Η άποψη του μπαμπά ήταν ότι θα δίναμε πολύ περισσότερα στους γιατρούς αν έμενα εκεί μέσα γιατί τα κοκαλάκια μου θα είχανε γίνει σκόνη από την υγρασία. Δεν άντεχα στην ιδέα ότι θα έβγαινα πάλι στους δρόμους. Εντάξει πόσα να αντέξει ένας άνθρωπος; Κοίταζα επί ώρα το ταβάνι, αποσβολωμένη, με βλέμμα χαμένο, με την κούραση ήδη να με φλερτάρει και τόσα άλλα συναισθήματα. Έκανα τον πιο άσχημο ύπνο που θα μπορούσα να είχα κάνει ποτέ, ένοιωθα απαίσια αλλά ο μπαμπάς διέταξε. Κάτι θα ήξερε παραπάνω για το τι παθαίνουν τα κοκαλάκια από την υγρασία. Την επόμενη μέρα το πρωί και ενώ ο μπαμπάς είχε φύγει ήδη για πίσω, για το πατρικό μου,  η μαμά έμεινε να ψάξουμε πάλι σπίτι. Κάναμε πάλι τις βολτίτσες μας στην πόλη δεν μπορώ να πω ήταν ευχάριστα αυτή τη φορά, ίσως γιατί δεν μας πίεζε κανείς να βγούμε από το σπίτι.
Το αποτέλεσμα της έρευνας δεν άργησε να φανεί. Περιοχή ήσυχη, λίγο μακριά από το κέντρο κοντά σε ένα σχολείο, με όλα τα απαραίτητα γύρω γύρω, σούπερ μάρκετ, φούρνο, περίπτερο, Τσαμαδού 6, αυτή ήταν η οδός μου. Το νέο μου διαμέρισμα στον πρώτο όροφο μιας όχι και τόσο καινούργιας πολυκατοικίας αλλά όμορφης γειτονιάς. Το τακτοποιήσαμε σχετικά γρήγορα με τη μαμά. Άξιες αυτές οι μαμάδες!! Ήταν η γωνιά μου, η δική μου γωνιά, το δικό μου διαμέρισμα, το σπιτικό μου, που θα με φιλοξενούσε για τουλάχιστον άλλα δυόμισι χρόνια. Μου άρεσε, είχε μια μικρή βεραντούλα που έβλεπε στην αυλή ενός σχολείου. Παιδικές φωνές ακούγονταν συνέχεια, ακόμη και τα απογεύματα από παιδιά που πήγαιναν για παιχνίδι. Μόνο τις βροχερές μέρες είχε ησυχία και άκουγες τη βροχή να χτυπάει πάνω σε κάτι τσίγγινα αντικείμενα που είχα οι γείτονες στη δική τους βεράντα. Βέβαια δεν ήταν πάντα ήρεμα γιατί από πάνω έμενε η σπιτονοικοκυρά μου. Πιστέψτε με, δεν έχετε δει πιο τρισάθλιο και βρωμερό διαμέρισμα από αυτό που έμενε. Ούτε το νοίκι ήθελα να πηγαίνω να της δίνω μην ανοίξει την πόρτα και χιμήξει πάνω μου κανένας αρουραίος γιατί δεν μπορεί όλο και θα είχε τέτοιους συγκατοίκους. Δεν έβλεπα την ώρα να πάρω την απόδειξη και να κατέβω γρήγορα γρήγορα τα σκαλιά για να χωθώ στο δικό μου καθαρό και περιποιημένο μοσχομυριστό διαμερισμάκι. Το είχα κάνει όμορφο, είχα ένα ωραίο υπνοδωμάτιο με χρώματα και αντικείμενα που αγαπούσα. Το δε σαλονάκι ήταν και γραφείο ταυτόχρονα σε μια γωνιά όπου είχα και τη βιβλιοθήκη μου με αγαπημένα βιβλία γιατί πάντα μου άρεσε να διαβάζω, τα στρωμένα μου χαλάκια δίνανε πάντα μια ζεστή εικόνα στο χώρο και όταν έπιανα εκείνη την αγαπημένη κόκκινη κούπα με τον καφέ και άραζα στον καναπέ μου ένοιωθα μια γαλήνη απίστευτη. Αυτή η αίσθηση με χαροποιούσε τόσο πολύ που κάποιες φορές ξεχνούσα το πόσο πολύ μου έλειπαν οι δικοί μου άνθρωποι.
Μου πήρε ένα μήνα να αντιληφθώ το Θεό του τρίτου. Αυτόν ντε, τον αψηλό, το μελαχρινό με τα μελιά μάτια και τους απίστευτους γλουτούς. Τον είχα δει μια δυο φορές στο σούπερ της γειτονιάς αλλά με τίποτα δεν πίστευα ότι μπορεί να μένουμε στην ίδια πολυκατοικία. «Καλημέρα» είπε και χαμογέλασε στην είσοδο της πολυκατοικίας όταν τον συνάντησα τυχαία. Ρόμπα έγινα, δέκα δευτερόλεπτα μου πήρε για να ανταποδώσω την καλημέρα του. Ήταν Κυριακή πρωί, ένα από αυτά τα Σαββατοκύριακα που δεν επέστρεψα στο πατρικό μου. «Εδώ δεν μένεις κι εσύ; Είσαι η καινούργια κοπέλα του πρώτου σωστά;» με ρώτησε  και ζαλίστηκα. Αυτή θα ήμουν, για να το λέει ο Θεός. «Είμαι ο Άγγελος και μένω στον τρίτο, αν θέλεις κάποια στιγμή να πιούμε κανένα καφεδάκι να γνωριστούμε». Πως αλλιώς θα σε έλεγαν μάνα μου; Κανένα άλλο όνομα δεν σου ταιριάζει, ψέλλισα μέσα από τα δόντια μου. Δεν φανταζόμουν ποτέ ότι ο Θεός ονομάζεται Άγγελος. Γνώριζα για τους Αγίους και τα ονοματάκια τους, αλλά ο ίδιος ο Θεός; Μα τον Άγιο Σπυρίδωνα δεν το ήξερα. «Ναι φυσικά όποτε θέλεις» κατάφερα να  ξεστομίσω και έγινα παντζάρι μονομιάς από τη ντροπή μου, γυρίζοντας την πλάτη μου για να φύγω μακριά πριν αρχίσει τούτος ο Άγγελος  να ακούει και την καρδιά  μου πως χτυπούσε σαν τρελή. «Δεν θα μου πεις το ονοματάκι σου;» άκουσα τη φωνή του από πίσω, «Αχ! Συγνώμη έχεις δίκιο, Έλενα, τα λέμε» είπα χαμογελώντας και ξαναγύρισα τόσο γρήγορα να φύγω γιατί ήμουν σίγουρη ότι στα επόμενα 7 δευτερόλεπτα θα είχα λιποθυμήσει.
Έκλεισα την πόρτα πίσω μου και τράβηξα  και το σύρτη για να αποκλείσω το ενδεχόμενο ότι κάποιος θα εισβάλει μέσα. Μέχρι και από την κλειδαρότρυπα κοίταξα λες κάποιος θα έμπαινε από εκεί. Πήρα βαθιές ανάσες και με αργά και σταθερά βήματα πήγα μέχρι το υπνοδωμάτιο μήπως και με δω να κοιμάμαι. Θα έχετε ακούσει αυτό με το σώμα μας που ταξιδεύει και τα βλέπει όλα από πάνω. Όχι, ήμουν ξύπνια και αυτό που έγινε πριν λίγα λεπτά ήταν άκρως αληθινό. Χοροπηδούσα σαν την τρελή, δεν πίστευα ότι θα πιω καφέ με το Θεό, μεεε τον Άγγελο εννοούσα. Αποκλείεται να μου ζήτησε κάτι τέτοιο, δεν μπορεί, τόσες και τόσες θα τον γυροφέρνουν τι με ήθελε εμένα; Κι εγώ πάλι γιατί έπρεπε να ερωτεύομαι τόσο γρήγορα  και εύκολα έναν άνθρωπο. Δείξε ένα χαρακτήρα βρε κουκλίτσα μου.
Κάπως έτσι λοιπόν ξεκίνησαν όλα, σε εκείνο το μικρό διαμέρισμα της Τσαμαδού. Με τον Άγγελο ήπιαμε τελικά πολλούς καφέδες, φάγαμε πολλές πίτσες, είδαμε πολλές ταινίες. Ανεβοκατεβαίναμε συνεχώς από τον πρώτο στον τρίτο και το αντίστροφο μέχρι που καταλήξαμε και οι δύο στον πρώτο γιατί ήταν ανώφελο να πληρώνουμε δύο ενοίκια. Ο Άγγελος έγινε ο άνθρωπός μου, αυτός με τον οποίο μοιραζόμουν σχεδόν τα πάντα, τα πράγματα μου, το φαγητό μου, το χρόνο μου, τις σκέψεις μου, τα συναισθήματά μου. Το βλέμμα του διαπερνούσε ολόκληρο το κορμί μου, η φωνή του, η ύπαρξή του είχαν αρχίσει να μου γίνονται απαραίτητα. Η ανάσα του με ζέσταινε κάθε πρωί μέχρι να σηκωθώ από το κρεβάτι. Μοιραζόμασταν την ίδια κούπα καφέ πριν φύγουμε ο καθένας για τη σχολή του και τα μεσημέρια όποιος έφτανε πρώτος περίμενε τον άλλον για φαγητό. Η αγάπη ξεχείλιζε από παντού σε εκείνο το μικρό διαμέρισμα που τόσο αγαπήσαμε. Το διαμέρισμα «μας»   πλέον έγινε ακόμη πιο όμορφο, γέμισε ζωή, κοινές παρέες, γέλια, φωνές, αγάπη, ζεστασιά, κατανόηση και χιλιάδες ακόμη συναισθήματα που δεν χωρούσαν σε ένα τόσο μικρό σπιτάκι αλλά δεν το αλλάζαμε.  Κάθε τοίχος είχε τα σημάδια μας, ήταν η φωλιά μας.  Ήταν το διαμέρισμα μας, αυτό όπου μοιραστήκαμε μερικά από τα πιο όμορφα χρόνια της ζωής μας.  

Και λίγα λόγια για μένα.
Είμαι 43 ετών, Τραπεζικός υπάλληλος με μεταπτυχιακό τίτλο στα χρηματοοικονομικά μα κυρίως είμαι  μαμά μιας έφηβης κούκλας. Τα χόμπι μου είναι άπειρα με μεγαλύτερη αγάπη στα ταξίδια και στο διάβασμα. Έχω παρακολουθήσει στο ΕΚΠΑ (Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών) σεμινάριο δημιουργικής γραφής και γενικότερα προσπαθώ να παρακολουθώ ότι παρόμοιο ώστε να με βοηθήσουν μια μέρα να γράψω κάτι δικό μου. Μου αρέσει να γελάω και να προκαλώ το γέλιο στους γύρω μου. Αγαπώ τους φίλους μου και λατρεύω να μοιράζομαι χρόνο μαζί τους.

Μοιράσου το:

    Blogger Comment
    Facebook Comment

1 σχόλια: