Στο πρώτο του διαμέρισμα - Δημήτρης Στατήρης

Κοντοστάθηκε στο βρώμικο πεζοδρόμιο γεμάτος περισυλλογή. Το βλέμμα του σκαρφάλωσε νωχελικά στον δεύτερο όροφο της παλαιάς πολυκατοικίας, στο διαμέρισμα των ευαίσθητων, παιδικών του χρόνων, στο πρώτο του διαμέρισμα.                     
                                                          
Είχαν μείνει όλα όπως τα `χε αφήσει, ίδια κι απαράλλαχτα. Για εκείνον πάντα έτσι θα έμεναν. Ο μακρόστενος διάδρομος με το ασπρόμαυρο, γεωγραφικό μωσαϊκό στην υποδοχή. Εκεί που ώρες ατέλειωτες έπαιζε παιχνίδια με μπάλες και αυτοκινητάκια, συντροφιά με φίλους διαλεχτούς, με φίλους που `χαν χτίσει μαζί τα πρώτα θεμέλια της παιδικής τους ζωής. Αναμνήσεις σαν μαχαιριές· αναμνήσεις σαν όνειρα ζωντανά και γλυκομνημόνευτα αναμνήσεις αλησμόνητες άρχισαν να φουντώνουν ανεξέλεγκτα στο μυαλό του.

Το ξύλινο, στρογγυλό τραπέζι της κουζίνας, πάντα στρωμένο με λευκή, χειροποίητη δαντέλα. Εκεί που κάθε φορά μετά το σχολείο τον περίμεναν τα λαχταριστά φαγητά της μαμάς ˙ το τραπέζι του τρόμου, της ανείπωτης αγωνίας, κι ενίοτε των ‘’δίκαιων’’ χειροδικιών του πατέρα καθώς σ` αυτό γινόταν ο έλεγχος των μαθημάτων του απ` τον τελευταίο. Οι μελαγχολικές κορνίζες στους  τοίχους με τα χειροκέντητα τριαντάφυλλα και τις πονεμένες ανθρώπινες φιγούρες. Στο υπνοδωμάτιο, στο δικό του υπνοδωμάτιο, το κρεβάτι με το παχύ στρώμα και τους επίπεδους, αψηλάφητους ρόζους. Το ψηλό, μπεζ γραφείο, του οποίου τα κατακόρυφα, ευρύχωρα ράφια, έσφυζαν από βιβλία, περιοδικά και επιτραπέζια παιχνίδια. Το μέρος όπου έκανε πράξη τις πρώτες του ανεξίτηλες, ερωτικές φαντασιώσεις και τις πρώτες του ‘’παράνομες’’, φιλικές συγκεντρώσεις, εκείνες που `χαν βουτηχτεί ολόκληρες στην γλυκιά παραζάλη του οινοπνεύματος.

Κάποιος βιαστικός περαστικός πέρασε και τον έσπρωξε, μα, εκείνος το ένιωσε σαν ένα ανεπαίσθητο και μακρινό άγγιγμα.

Οι πολυθρόνες με τον καναπέ στο σαλόνι, ευθύς αμέσως σου έφερναν στον νου έπιπλα-αντίκες περασμένων εποχών. Το δωμάτιο των μεγάλων, το δωμάτιο απ` όπου κρυφάκουγε λόγια τολμηρά και απαγορευμένα για τους μικρούς, ενώ το άγουρο πρόσωπό του κοκκίνιζε από ντροπή και λαχτάρα. Κι αν σε κάθε γωνιά του διαμερίσματος κυριαρχούσε μια μορφή αιώνια κι ακατάβλητη, αυτήν δεν ήταν άλλη απ` την μορφή του μεθυσμένου πατέρα, του εξαχρειωμένου, μεθοκόπου πατέρα. Η μορφή που στο τέλος στοίχειωνε κι επισκίαζε οποιαδήποτε άλλη ανάμνηση, αξόρκιστη κι επιβλητική.

      
Το ταξίδι στο προσωπικό του παρελθόν τελείωσε όταν στο μπαλκόνι του διαμερίσματος εμφανίστηκε αναπάντεχα ένα ξυπόλητο αγόρι. Στηρίχτηκε στα σιδερένια κάγκελα και κοίταξε τον μεσόκοπο άντρα σιωπηλό κι ατάραχο. Εκείνος χαμογέλασε πικρά και συνέχισε να περπατά στο βρώμικο πεζοδρόμιο.

Ο Δημήτρης Στατήρης γεννήθηκε το 1985 στην πόλη της Λάρισας. Έχει εκδώσει σε συνεργασία με τις "Συμπαντικές Διαδρομές" τη συλλογή διηγημάτων "Απρόσκλητοι επισκέπτες από την Άβυσσο", το μυθιστόρημα "Η μάσκα της Εξιλέωσης" και τη νοβελέτα "Η αμείλικτη κατάρα" Αγαπά τους ελεύθερα σκεπτόμενους ανθρώπους, την μουσική και γενικά την Τέχνη. Βρείτε τον Δημήτρη Στατήρη στο Facebook εδώ

Μοιράσου το:

    Blogger Comment
    Facebook Comment

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου